υπολαΐς

υπολαΐς
η / ὑπολαΐς, -ίδος, ΝΑ, και ὑπολωΐς και ὑποληΐς Α
νεοελλ.
ζωολ. γένος εντομοφάγων στρουθιόμορφων πτηνών τής οικογένειας συλβιίδες ή μουσκικαπίδες, γνωστών με την κοινή γενική ονομασία στριτσίδα
αρχ.
(κατά τον Ησύχ.) «ὑπολαΐς ὄρνις τις τῶν σκωληκοφάγων».
[ΕΤΥΜΟΛ. Ονομ. πτηνού, η οποία συνδέεται με τη λ. λαιός* (Ι) «πετροκότσυφας» (πρβλ. και ἐπιλαΐς). Τη λ. δανείστηκαν και οι ξένες γλώσσες, πρβλ. νεολατ. hypolais].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • CURRUCA — Graece ὑπολαῒς, avicula est, in cuius nido cuculus plerumque parit. Philosophus de cuculo, Histor. l. 6. c. 7. τἰκτει δὲ ἐπὶ τῇ τῆς ὑπολαΐδος νεοττεῖα, ἠδὲ ἐκλέπει καὶ ἐκτρέφει; unde est, quod Theophrastus, de Caus. plantar. l. 2. c. 24.… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • πάππος — Άγιος της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. Πολλοί τον ταυτίζουν με τον Χύτρωνα της Κύπρου, που χειροτόνησε τον Επιφάνιο. Η μνήμη του τιμάται στις 3 Ιουνίου. * * * ο, ΝΜΑ, πάπος, Α 1. ο πατέρας τού πατέρα ή τής μητέρας σε σχέση με τα τέκνα τους, ο… …   Dictionary of Greek

  • υποληΐς — ίδος, ἡ, Α βλ. ὑπολαΐς …   Dictionary of Greek

  • υπολωΐς — ἡ, Α (δ. γρφ.) βλ. ὑπολαΐς …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”